Χαριτωμένο ροζτου κ.
Διονύση Κ. Καραχάλιου,
Γραμματέα Σχέσεων Κοινωνίας – Κόμματος
της Νέας Δημοκρατίας
Είναι γνωστή η τακτική της αυτοαποκαλούμενης προοδευτικής διανόησης, η οποία
συνίσταται στην προσπάθεια «στιγματισμού» του αντιπάλου, όταν αδυνατεί να
αντικρούσει, με ουσιαστικά επιχειρήματα και σε λογική βάση, το πραγματικό
περιεχόμενο των απόψεών του.
Σπεύδει, δηλαδή, να προκατασκευάσει μια απεχθή, αποκρουστική εικόνα, για
όποιον ιδεολογικό αντίπαλο τοποθετεί στο στόχαστρο της κριτικής της, έτσι ώστε
η κοινή γνώμη να είναι αρνητικά προδιατεθειμένη και να απορρίπτει, εκ των
προτέρων, χωρίς βάσανο της λογικής και χωρίς κριτική σκέψη, οποιονδήποτε
«τολμά» να διατυπώνει απόψεις διαφορετικές από τις δικές της ή να αμφισβητεί
την ιδεολογική της «αυθεντία».
Ο κ. Τάκης Καμπύλης δεν θα μπορούσε να αποτελεί εξαίρεση του «χρυσού» αυτού
κανόνα. Αλλεργικός σε έννοιες όπως αυτές του «έθνους» ή της «πατρίδας»,
προφανώς εκστασιασμένος από την πολυπολιτισμικότητα του Γ. Παπανδρέου,
ώστε να αξιολογεί ως «μέτρο ειρήνης στο εσωτερικό (της χώρας)» τον νόμο
Ραγκούση για τους μετανάστες και τόσο «παγκοσμιοποιημένος», ώστε να θεωρεί
τις «παραδοσιακές αξίες» αρνητικό παράγοντα για τον διεθνή ανταγωνισμό, έχει
ενοχληθεί βαθύτατα από τον πολιτικό λόγο του Αντώνη Σαμαρά.
Έτσι, με τον βαθυστόχαστο τίτλο «Σκοτεινό γαλάζιο», προσφέρει στο αναγνωστικό
κοινό της «Καθημερινής» (Κυριακή 4.7.2010), ένα μνημειώδες πόνημα ασυναρτησίας
και αυθαιρεσίας, με όλα τα γνωστά φληναφήματα περί «λαϊκίστικης ρητορείας»,
«μακεδονομάχων», «νεφελώδους κοινωνικού φιλελευθερισμού», «ελληνικής δεξιάς»
κλπ. κλπ., που κάθε «προοδευτική» πένα ανασύρει, με χαρακτηριστική ευκολία,
από το «οπλοστάσιό» της, όταν δεν έχει τίποτε να πει επί της ουσίας.
Προκειμένου, μάλιστα, να μας πείσει για το πόσο «σκοτεινό» είναι το «γαλάζιο»
του Αντώνη Σαμαρά, υποδεικνύει ως βιβλιογραφία και την γνωστή βελγίδα
φιλόσοφο Σαντάλ Μουφ, έτσι ώστε οι αδαείς να αισθανθούν περισσότερο το βάρος
των γνώσεών του και να υποκύψουν ευκολότερα στη σαγήνη των απόψεών
του …
Εδώ, όμως, είναι που ο κ. Τάκης Καμπύλης τα κάνει, κυριολεκτικά, μούσκεμα!
Μια από τις κυριότερες συμβολές της Σαντάλ Μουφ στην σύγχρονη πολιτική
φιλοσοφία είναι η άποψή της ότι, η ορθολογιστική επιδίωξη της συναίνεσης
παραγνωρίζει τον ανταγωνισμό, ο οποίος είναι συνυφασμένος με την πολιτική.
Η υπερβολική συναίνεση δεν αφήνει περιθώριο στην διαφωνία, πράγμα που είναι
επικίνδυνο, όπως διαπιστώνουμε μέσα στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης, η οποία
μας προσφέρεται, σήμερα, ως μοναδικό μοντέλο κατανόησης του κόσμου μας,
σε πολιτικό και κοινωνικό επίπεδο, μην αφήνοντας καμιά άλλη επιλογή ή
εναλλακτική λύση.
Σύμφωνα με την Σαντάλ Μουφ, αυτή η ορθολογιστική προσέγγιση, δηλαδή η
περιοριστική τετράγωνη λογική, που αδυνατεί να δει πόσο πολυδιάστατη είναι
η πολιτική, παραγνωρίζει την παράμετρο του πάθους, ως στοιχείου διαμόρφωσης
συλλογικών ταυτοτήτων.
Πρόκειται για το πάθος που δεν έχει σχέση με ατομικά ή προσωπικά συναισθήματα,
αλλά, προφανώς εννοούμενο κατά την αριστοτελική έννοια (πάθος ποιείν),
δημιουργεί προϋποθέσεις συλλογικής αφύπνισης, έτσι ώστε να εδραιωθεί ο
πλουραλισμός, ως επιβεβλημένη έκφραση αυτού που η Μουφ αποκαλεί
«αγωνιστική δημοκρατία».
Ενώ, λοιπόν, ο κ. Τάκης Καμπύλης επικαλείται την Σαντάλ Μουφ, στην
πραγματικότητα αντιστρατεύεται την σκέψη της. Διότι, πως είναι δυνατόν να
καταδικάζεις την άμβλυνση των διαφορών δεξιάς – αριστεράς και, ταυτόχρονα,
να υπεραμύνεσαι της ισοπεδωτικής λογικής που οδηγεί στην άνευ όρων ψήφιση
του Μνημονίου;
Πως είναι δυνατόν να εκθειάζεις τον όψιμο πρωθυπουργικό πατριωτισμό και,
ταυτόχρονα, να καταγγέλλεις τον πατριωτισμό του Αντώνη Σαμαρά, επειδή, δεν
συμφωνεί με την άνευ όρων ομογενοποίηση των πάντων, στο όνομα μιας δήθεν
νεωτερικότητας, που πολτοποιεί εθνικές ταυτότητες και πολιτισμικές
ιδιατερότητες;
Πως είναι δυνατόν να μην αντιλαμβάνεσαι ότι ο κοινωνικός φιλελευθερισμός θέλει
το κράτος προστάτη των οικονομικά ασθενεστέρων, πραγματικά αφοσιωμένο
σʼ αυτό το καθήκον, αλλά μακριά από την άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας,
που, αποδεδειγμένα, γεννά γραφειοκρατικούς μηχανισμούς, εργατοπατερικά
προνόμια και διαφθορά;
Είναι προφανές ότι, ο «ιδεολογικός πολτός», που καταλογίζει στον Αντώνη Σαμαρά
ο κ. Τάκης Καμπύλης, χωρίς στοιχειώδη επιχειρηματολογία και αιτιολόγηση των
απόψεών του, χαρακτηρίζει το δικό του κείμενο και, συνεπώς, την δική του
σκέψη.
Η εμμονή του για την δήθεν «λαϊκιστική ρητορεία» του ηγέτη της Ν.Δ., παράλληλα
με τον θαυμασμό του για το νομοθετικό έργο του ΠαΣοΚ, που χορηγεί σωρηδόν
ιθαγένεια σε μετανάστες, ενώ την έχει αρνηθεί στους έλληνες ομογενείς και η αγωνία
του για την παρουσία της Ελλάδας στον διεθνή ανταγωνισμό, παράλληλα με την
θρησκευτική προσήλωσή του στα προτάγματα της ισοπεδωτικής
παγκοσμιοποίησης, μόνον σε ιδεολογική σύγχυση και ανασφάλεια μπορούν
να αποδοθούν.
Όσο για τα περί «σκληρής μεταναστευτικής ατζέντας», «παλαιοτέρων
μακεδονικών περγαμηνών», «απολιτικού πατερναλισμού», «αριστεροδεξιών
κατασκευών» και άλλων ομοίου τύπου τσιτάτων, ας προσπαθήσει ο κ. Τάκης
Καμπύλης να γίνει περισσότερο συγκεκριμένος και σαφής, εάν φυσικά στόχος
του δεν είναι η διαστρέβλωση και η παραπληροφόρηση.
Διότι, σε τελευταία ανάλυση, ο αφοριστικός λόγος, όταν δεν συνοδεύεται από
επιχειρήματα, που να δικαιολογούν στοιχειωδώς την οποιαδήποτε καταγγελτική
διάθεση, υποκρύπτει, αν δεν αποκαλύπτει, προκατάληψη, εμπάθεια, ακόμη και
δολιότητα.
Και δείχνει ότι, αντί για την καθαρότητα λόγου και σκέψης, που «χρωματίζει» και
δικαιώνει την έκφραση πολιτικής άποψης, κυριαρχούν «ροζ αποχρώσεις», που
υποβαθμίζουν το επίπεδο του πολιτικού ανταγωνισμού, έστω και αν φαντάζουν
χαριτωμένες στα μάτια των εμπνευστών τους…